Κυριακή 3 Φεβρουαρίου 2013

Η επιστροφή μιας παλιάς έμμονης ιδέας με βάση μια νέα αφορμή...



Σε προηγούμενη ανάρτηση είχε αναφερθεί:

"Η εκλογή είναι μια παράξενη επιταγή. Κάθε φιλοσοφία που εκχωρεί στον άνθρωπο το δικαίωμα να ασκεί τη βούλησή του, το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να τον βυθίσει στην απελπισία. Γιατί αν και τίποτε δεν είναι πιο κολακευτικό στη συνείδηση από το να ξέρει τι θέλει, αντιθέτως τίποτε δεν είναι πιο σαγηνευτικό στη συνείδηση του άλλου (το ασυνείδητο;) -εκείνο το ασαφές και ζωτικό που κάνει την ευτυχία να εξαρτάται από την απελπισία της βούλησης- απ'το να γνωρίζει τι θέλει, απ'το να απελευθερωθεί από την επιλογή και να εκτραπεί από την ίδια του την αντικειμενική βούληση. Είναι πολύ καλύτερα να στηριχτούμε σε κάποιο ασήμαντο ή ισχυρό παράδειγμα, παρά να εξαρτώμεθα από τη θέλησή μας ή από την αναγκαιότητα της επιλογής. Ο ωραίος Μπρούμελ είχε έναν υπηρέτη γι'αυτόν τον σκοπό. Μπροστά σ' ένα υπέροχο τοπίο, διάσπαρτο με όμορφες λίμνες, γυρίζει στον υποτακτικό του για να ρωτήσει: "Ποια λίμνη προτιμώ;"
Τάδε έφη J. Baudrillard.

Υποκλίνομαι...
Αφήνοντας τη μόνιμη εγκεφαλική ισχαιμία που με χαρακτηρίζει τελευταίως (και με αφορμή το πρωινό ξύπνημα λόγω θορυβώδους συνουσίας περιστεριών στο μπαλκόνι) δηλώνω υπεύθυνα ότι:
1) Πάντα δήλωνα λάτρης του υποθαλάμου, της σοκολάτας, του Bach, της ποίησης, των καλλίγραμμων κώλων και των λόγων του κώλου... (κι άλλων πολλών φυσικά). Ειδικά ο πρώτος (ο υποθάλαμος για να μην παρεξηγούμαι) ως κέντρο για "πάρτι αισθήσεων" παίζει σπουδαίο ρόλο στη ζωή όλων μας. Για το λόγο αυτό δεν θα του δώσω άλλη σημασία πέραν της προφανούς και καλώς τεκμηριωμένης βιβλιογραφικά ως ώρας...
2) Πιο πολύ ενδιαφέρον για εμένα παρουσιάζουν εκείνα τα νευρωνικά κυκλώματα που μοιάζουν συνεχώς να ταλαντεύονται ως προς το αποτέλεσμα που παράγουν, αναλόγως των συνθηκών ή και από εσωτερικούς δικούς τους λόγους. Ιδίως όταν συνδέονται με τις εξελικτικά παλαιότερες περιοχές του εγκεφάλου (κι εδώ αρχίζει να προκύπτει αυτό που ημιβλακωδώς ονομάζεται από τους πολλούς συναίσθημα) και οδηγούν σε καταστάσεις "γιο-γιο" (θέλω δε θέλω, δεν ξέρω τι θέλω κλπ). Φυσικά στις καταστάσεις γιο-γιο (γαμάτος ο όρος, τον κρατώ για τη συνέχεια), το να εκχωρήσεις τη λήψη της απόφασης σε άλλον δεν αποτελεί απώλεια της ελεύθερης βούλησης (θα την ξεκατινιάσω κι αυτήν αργότερα) αφού η εκχώρηση αποτελεί πράξη βούλησης. Αν η εκχώρηση γίνει με υψηλά κριτήρια, ή ακολουθήσει το παράδειγμα υπέρλαμπρων πνευμάτων δεν αποτελεί πρόβλημα. Στην αντίθετη περίπτωση θα βρουν πρόσφορο έδαφος όλα εκείνα που έχουν να κάνουν με θρησκείες, ομάδες, καθοδήγηση κλπ... Ως λύση φαντάζει η a priori ύπαρξη ενός προσωπικού, καθολικώς εφαρμοζόμενου και απαραβίαστου συστήματος αξιών (εκεί η αρχή της ατιμωρησίας δεν ισχύει και για το ίδιο το υποκείμενο) αλλά συνήθως αυτό είναι άπιαστο όνειρο εκτός κι αν μιλάμε για ένα καλά εκπαιδευμένο νου (πράγμα σπάνιο). Ένα τέτοιο σύστημα είναι εκτός των όρων του προβληματισμού του Baudrillard οπότε στρίβω πάλι ξαφνικά.... για να παρατηρήσω απλώς σε συμφωνία με το Νίτσε (ξαναχαλώντας τη σειρά των σκέψεων) ότι όμως όταν διαλέγεις εκείνον που θα σου δώσει μια συμβουλή είναι σαν τελικά να έχεις διαλέξει εσύ τη συμβουλή (ή το παράδειγμα που θα σε ξελασπώσει προσθέτω). Έτσι, μετά από μια αμφιβόλου βούλησης επιλογή, τείνουμε να αγκιστρωνόμαστε σε άτομα του περίγυρού μας (ότι καρυδιάς καρύδι και να είναι αυτά), να "ξεχαστούμε" το κοινώς, κάτι το οποίο είναι ένας πολύ εύκολος και απλός μηχανισμός "επαναφοράς" αν και δε επιτρέπει την επαφή με το αποτέλεσμα των αποφάσεών μας. Προσωπικά αν και δε με ξαφνιάζει η ικανότητα του εγκεφάλου μας να δημιουργεί τις συνθήκες που θέλει πάση θυσία, προσπάθησα -και συνεχίζω- να μην τη χρησιμοποιώ ούτε και στο ελάχιστο, με εξόχως θετικά για εμένα αποτελέσματα ως ώρας. Και με βάση αυτό προβαίνω στο ακόλουθο αιρετικό μια που το θίξαμε...
3) ΞΕΚΑΤΙΝΙΑΣΜΑ (ή περί ελεύθερης βούλησης) Αλήθεια τί είναι η ελεύθερη βούληση; Σε ποιο στέρεο ή σαθρό έδαφος πατά; Γιατί η ελεύθερη βούληση του τώρα συχνά δεν ταυτίζεται με την ελεύθερη βούληση του λίγο μετά; Μήπως αυτό που νομίζουμε ελεύθερη βούληση είναι σε μεγάλο βαθμό διαδικασίες που συμβαίνουν αυτόματα και απλά "πιστεύουμε" (με το θρησκευτικό τελικά όρο) σε αυτήν; Σωστή η παρατήρηση για τον υποθάλαμο λοιπόν, η ολοκλήρωση των ερεθισμάτων των αισθήσεων και η σύνδεσή του σχεδόν με όλες τις περιοχές του εγκεφάλου μπορεί να αποτελεί εναρκτήριο ερέθισμα για συμπεριφορές, αποφάσεις και στάσεις (αλήθεια δε συμβαίνει σε όλους να θέλετε να αγκαλιάζετε άτομα επειδή απλά και μόνο σας μυρίζουν ωραία;-και δε μιλώ για αρώματα και πατσουλιά...). Και όπως καταλαβαίνετε, η προηγούμενη εμπειρία επηρεάζει όλα τα προηγούμενα, αλλά εδώ δε θα επεκταθώ, για να πάω στην καρδιά του προβλήματος...Πως δικαιολογούμε λοιπόν τη στάση μας κάθε φορά; Ο M. Gazzaniga προτείνει την ύπαρξη ενός αυτόματου μηχανισμού, μιας γεννήτριας που κατασκευάζει δικαιολογίες, εντός του αριστερού ημισφαιρίου μας. Σε ασθενείς με επιληψία που έχει χειρουργικά αποκοπεί η επικοινωνία μεταξύ των ημισφαιρίων, "δείχνουν" στο μέσο μιας συζήτησης αστραπιαία μια διαφάνεια στο δεξί ημισφαίριο με την εντολή "τσακίσου να φέρεις ένα ποτήρι νερό". Το αριστερό ημισφαίριο δεν μαθαίνει ποτέ την εντολή αυτή, ο ασθενής σηκώνεται διακόπτοντας την κουβέντα, και φέρνει ένα ποτήρι νερό. Στην ερώτηση "γιατί έφερες το νερό;" (το οποίο ούτε καν πίνει) απαντά (με το αριστερό του ημισφαίριο): "Δίψασα..."Στην περίπτωση που ένας τέτοιος μηχανισμός τελικά υπάρχει, (και εξελικτικά είναι πλεονέκτημα να υπάρχει καθώς κατασκευάζει μια συνεκτική εικόνα του κόσμου, επειδή έστω και ο φανταστικός κόσμος είναι προτιμότερος από τη μη ύπαρξη οποιασδήποτε εικόνας κάποιου κόσμου) θα πιστοποιήσει αυτό που ήδη μπορούμε να παρατηρήσουμε στη συμπεριφορά των γύρω μας. Μπορούν να δικαιολογήσουν ταχύτατα οτιδήποτε έχουν κάνει ή το χειρότερο ότι προτίθενται να κάνουν. Δεν ακούμε σχεδόν ποτέ (εξαιρούνται πανηλίθιοι και συνήθως απαίδευτοι δικηγόροι που συμβουλεύουν έτσι τους πελάτες τους) τη φράση: "Δεν ξέρω γιατί το έκανα...". Και όταν την ακούμε ο μηχανισμός ξεπροβάλλει πάλι περήφανα: "Φταίει η κακιά στιγμή" ή "Θέλημα Θεού..." Ο τρελο-Νίτσε είχε πάλι δίκιο: "Δεν παίζεις το ρόλο, παίζεις τον ΗΘΟΠΟΙΟ που παίζει το ρόλο...". Και φυσικά αυτοχειροκροτείσαι υποκλινόμενος προσθέτω...Και τότε, που στο διάολο είναι η ελεύθερη βούληση που υποτίθεται ότι έχω; Μήπως αυτή τελικά ταυτίζεται με την ανεξαρτησία του εν λόγω μηχανισμού; Α, πόσο δίκιο έχει ο καλός μου Sartre ότα έγραφε στις "Λέξεις" τη φράση που άκουσε από τη γιαγιά του: "Glissez mortels. N' appuyez pas!" (Γλιστράτε θνητοί, μη στηρίζεστε πουθενά!!!) Modus vivendi για μένα. Τελεία...

Η προσωπική μας πορεία ίσως διαμορφώνεται λοιπόν από ένα σύνολο τυχαίων ερεθισμάτων αλλά και από τη συμμετοχή σκοτεινών τυχαίων εγκεφαλικών διαδικασιών. Αν χρησιμοποιήσουμε τον εγκέφαλό μας με τον τρόπο που τον σχεδίασε η εξέλιξη ως μηχανή προσομοίωσης σε συνδυασμό με ένα προσωπικό, αυστηρό και απαραβίαστο σύστημα κανόνων, θα ζήσουμε με συνέπεια, ποιότητα, "σκοπό", χωρίς να κυνηγούμε χίμαιρες και φανταστικούς στόχους, και την ώρα που θα την κάνουμε από τον κόσμο, ως άλλοι ωραίοι Μπρούμελ, θα είμαστε σε θέση να ρωτήσουμε με κάθε αξιοπρέπεια το φανταστικό μας υπηρέτη: "Αλήθεια, από όλα αυτά που έκανα ή δεν έκανα, ποια προτιμώ;" Κι αυτός ας απαντήσει με το δικό του μηχανισμό. Τόσα χρόνια μας βοήθησε, δε θα χαλαστούμε στο τέλος... Ο δικός μου, παλιός γνώριμος, τώρα που τον κοιτάω καθώς μου σερβίρει το πρωϊνό μου, κρατά την κοιλιά του από τα γέλια... Ας είναι...